Η σκύλα του Αντώνη 17.12.2020
Αντώνη μου, αναπάντεχα
ψόφησε το σκυλί σου
και σ’ άφησε παντέρημη
παιδί μου την αυλή σου.
Πως γίνηκ’ έτσι ξαφνικά
και τέλεψε το βίο
τέτοιο λεβέντικο σκυλί
και σ’ άφησε αντίο;
Αντώνη μου, τι να σου πω,
την πίκρα σου τη νιώθω.
Να χάσεις έτσι ξαφνικά
τη σκύλα σου από ψόφο;
Και ήταν η σκυλίτσα σου
νεότατη κι ωραία.
Ξαδέρφη του Άργου ήτανε
του σκύλου του Οδυσσέα.
Ω. τι απώλεια φοβερή,
να χάσεις το σκυλί σου,
που σου ‘φερνε τόσους λαγούς
δεμένο στο παχνί του.
Η »Σούλα την εψέκασε
πριν έρθει το μοιραίο.
Μην πάει στο Άδη η σκύλα τση
πνιγμένη στον κορέο.
Το μάθανε στη γειτονιά
το θλιβερό μαντάτο
και τρέξανε οι άνθρωποι
να μάθουν για το κάζο.
Η εκφορά τση έγινε
αμέσως, στο λεφτό
χωρίς παπά και θυμιατό,
χωρίς λουλούδια και καμπανέλι.
Επήγε όπως λένε
σαν το σκυλί στ’ αμπέλι.
Μόλις μου το’ παν έτρεξα
να συμπαρασταθώ
και σαν γραμματιζούμενη
λόγια παρηγοριάς να πω.
Τα χρόνια του τα έκαμε,
παιδί μου το σκυλί σου.
Θα βρεις και μην πικραίνεσαι
σκυλί για την αυλή σου
Κουράγιο, Αντώνη, σκούπησε
τώρα τα δάκρυά σου.
Ήταν μοιραίο τέτοιο σκυλί
να φύγει από κοντά σου.
Η Σούλα απαρηγόρητη,
το ίδιο κι ο Μαρίνος.
Όλο αναστενάζανε
κι αδιάκοπα εφουμάρανε.
Η Ρούσα ήταν αμίλητη
και νηστική ολημέρα.
Επήγαινε κι ερχότανε
κερνώντας την παρέα
καφέδες κι αναψυκτικά
και παξιμάδια σπιτικά.
Ο Νιόνιος που ήταν άρρωστος
και δεν μπορούσε να παρευρεθεί,
έστειλε τα συλλυπητήριά του
και τσι παρηγοριές του
με τη Νίκη φορτωμένη
με μια θεώρατη καρπούζα
σε φέτες κομμένη.
Η Ντίνα εσπαβεντάρησε
ακούοντας το μαντάτο.
Τση κόπηκε η όρεξη
και τση ’πεσε το πιάτο
από τα χέρια, που ’τρωγε
με πλεζονιά γεμάτο.
Απ’ την ταράτσα τση η Πηγή
τσου συλλυπήθηκε φωνάζοντας,
με μια στεντόρια φωνή:
Ζωή στο άλλο σας σκυλί.
Η Κατίνα, σα γειτόνισσα,
σοβαρή και λογική
τα μαύρα τση εφόρεσε
κι έτρεξε ογλύγορα
να συμπαρασταθεί.
Ο Πέτρος, που την έβλεπε
με βιάση να πηγαίνει,
έτρεξε πίσω τση κι αυτός
κι είπε: Ε, τι συμβαίνει;
Το ίδιο βράδυ τρέξανε
ο Τάκης και η Έλλη.
Γιατί στις δύσκολες στιγμές,
το ξέρω ότι πρέπει
ο συγγενής να τρέχει.