Τ’ Αδελφοχώρι 31.10.2020


   Ήρθε ο Γιάννης στο χωριό, τ’ Αδελφοχώρι, με τους γονείς του να μείνουν για πάντα. Στο ίδιο χωριό παραθερίζουν από τον περσινό χρόνο ο Τζων κι ο Ζαν, που έχουν γίνει φίλοι. Τόσο τους άρεσε το Αδελφοχώρι, που δε σκέφτηκαν να ξαναφύγουν.
   Θυμόταν ο Τζων κάπου κάπου το Big Ben και το διηγούταν στο Ζαν, που κι εκείνος του μιλούσε για μια αψίδα του θριάμβου, για κάποιο Σηκουάνα και τις άλλες ομορφιές της χώρας του, μα ύστερα τα ξέχασαν κι ούτε ξαναμίλησαν γι’ αυτά.
   Σαν ήρθε ο Γιάννης βρήκε τους δυο φίλους, που τον δέχτηκαν στην παρέα τους με αγάπη και πολλή χαρά. Μιλούσε κι ο Γιάννης για έναν Παρθενώνα και για μια τρισχιλιετή ένδοξη ιστορία και καμάρωνε γι’ αυτά, μα ύστερ’ από λίγο αποξεχάστηκαν, ξεθώριασαν στη μνήμη του και δεν ξαναμίλησε κι αυτός.
   Μαζεύτηκαν κι άλλοι φίλοι.
   Ήρθε ο Ιωάννης και τους μιλούσε για ένα ποτάμι της πατρίδας του, που το ’λεγαν Ιορδάνη και τα νερά του ήταν αγιασμένα. Μα κι αυτό λησμονήθηκε καθώς περνούσε ο καιρός.
   Ο Χο-τσι-Γιαν που ήρθε αργότερα είχε λοξά μάτια και χρώμα κίτρινο. Αυτός τους περιέγραφε κάτι μακριά τείχη και παγόδες.
   Ο Γιαν-σου που ήρθε αμέσως μετά τον Χο-τσι-Γιαν έφερε μαζί του χρυσάνθεμα και κάτι περίεργα σημάδια στο σώμα και στο πρόσωπο, περιέγραφε με τρόμο κάποιες βόμβες που σάρωσαν ολοκληρωτικά κάποιες πόλεις της πατρίδας του.
   Ο Γιάννος κι ο Ιβάν, που κι αυτοί έφτασαν εκεί θυμόνταν τα έλκηθρα και τα πολλά χιόνια της χώρας τους, κάποια κόκκινη πλατεία και κάποιες πολιτείες που τις χώριζε ο Δούναβης.
   Ήρθαν ο Μπορούα-Γιανένη με κάτι φτερά στο κεφάλι και με κόκκινο πρόσωπο κι ο μικρός Ναγκίν, που είπε, πως δεν έχει πατέρα γιατί μια βόμβα που έπεσε εκεί, στη φλογισμένη από τον ήλιο πατρίδα του, τον σκότωσε.
   Όλα τα παιδιά έγιναν φίλοι εκεί στ’ Αδελφοχώρι και περνούσαν πολύ πολύ όμορφα και κάποια μέρα σκέφτηκαν να στείλουν με τον άνεμο γράμματα στα 4 σημεία του ορίζοντα και να καλέσουν όλα τα παιδιά της γης να ’ρθουν να τ’ ανταμώσουν. Όλους τους Γιάννηδες και Νίκους και Πέτρους και…