Μια καμπανιά 17.12.2020
Σαν θα’ ρθει η ώρα μου κι εμέ
τον κόσμο να αφήσω,
θά ‘θελα μία καμπανιά
κι από εσάς ν’ ακούσω.
Θέλω η καμπάνα του Φαγιά
μια καμπανιά να ρίξει.
Θα την ακούσει η ψυχή
και θ’ αποχαιρετήσει
χαρούμενη κι ανάλαφρη
τούτη τη μάταια ζήση.
Θ ‘ανέβει εκεί στον ουρανό
και θ’ αγναντεύει το νησί,
αλλά θα σταματήσει
απάνου από το Φαγιά,
που τόσο έχει αγαπήσει.
Θα ρίξει μια στερνή ματιά
στη δροσερή λαγκάδα,
θα ανεβεί στην εκκλησιά
ν’ ανάψει μια λαμπάδα.
Αθώρητη κι αθέατη
στων ζωντανών τα μάτια
θα χαιρετήσει το χωριό
κι όλα τα μονοπάτια.
Κι αφού χορτάσει ομορφιά
και πάψει η νοσταλγία
θ’ αναχωρήσει ήσυχη
γεμάτη ευτυχία.
Μα πού θα πάει;
Κατά πού ύστερα θα τραβήξει;
Δεν ξέρει και δε δύναται
να το προσδιορίσει.
Μπορεί ψηλά στον ουρανό
να βρει τον Άγιο Πέτρο,
αλλά μπορεί να πάει κι αλλού.
Ποιός ξέρει με τι μέτρο
‘ξετάζονται τα έργα μας
κι οι πράξεις μας κι οι σκέψεις;
Κι αντί σε τόπους χλοερούς,
που θα’ χει και κιαρέντζα,
να με αρπάξει ο αντίχριστος
και τότε....αντίο Γλαρέντζα...