Στην Άντα και Βάσο ένα βράδυ 16.12.2020
Το φαγοπότι έσμιξε στου Βάσου την οικία
κάποια ξαδέρφια γνήσια μα και εξ αγχιστείας.
Μα κι όσοι άλλοι λείπανε στείλανε τη φωνή τους
κι όλοι ανατριχιάσανε απ’ τη συγκίνησή τους
π’ άκουσαν τη φωνή του κόντε Λαλάκη Μπρούμη Μινώτου
εξ ευγενούς οικογενείας
και ξάδελφος εξ αγχιστείας.
Εφάγαμε για σκάσιμο τα νόστιμα φαγιά
κι αδειάσαμε τσι μπότσες με τα γλυκά κρασιά.
Ακούσαμε και μουσική, ωραία, κλασσική
μα και πουτανοτράγουδα από κάποιο σιντί.
Η Ντέμη την κιθάρα τση άρπαξε στο μουμέντο
και με τέχνη περισσή άρχισε το ακομπανιαμέντο.
Η πρίμα ολόγλυκια φωνή του Μόνιου του Κολύρη
με το σιγόντο ταίριαζε του Κεφαλονίτη.
Ο Βάσος που τα νομικά άριστα τα κατέχει
προσπάθησε στον Άγγελο αναλυτικά να εκθέσει
τους νόμους και τα άρθρα περί κληρονομιάς
μ’ αυτός κουμπούρας στάθηκε δεν έπαιρνε από μία.
Ρώτησε, ξαναρώτησε μα που ιδέα να πάρεις
όσο κι αν του τ’ ανάλυε δεν έπαιρνε χαμπάρι.
Μόνο η Χριστίνα ήτανε εκεί παραφωνία
αφού νιάτα διέθετε κι όλοι μας γηρατειά
που τραγουδούσαμε με νοσταλγία
τα καημένα τα νιάτα
τι γρήγορα που περνούν
κι αφήνουνε στον άνθρωπο πίκρες μα και καημούς.
Ακούστηκαν κι άλλα τραγούδια
του περασμένου αιώνα
που τάραξαν τη σιγαλιά
μια νύχτα του χειμώνα.